(ΗΧΗΤΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ)
Μια σπάνια, ανέκδοτη ηχογράφηση του Βασίλη Παπακωνσταντίνου,
από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του.
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου γεννήθηκε στο χωριό Βάστα της ορεινής Αρκαδίας στις 21 Ιουνίου του 1950. Επτά χρόνια μετά μετακομίζει στην Αθήνα με την οικογένειά του. Από πολύ μικρός δημιουργεί μικρά γκρουπάκια και τραγουδά ιταλικά και γαλλικά μπλουζ σε κλάμπς της Αθήνας. Λίγο αργότερα, στη χρυσή εποχή του «Νέου Κύματος» τραγουδά στις «Εσπερίδες», την «Αυλαία» και το «Σκορπιό» μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη, το Σάκη Μπουλά, τη Σοφία Βόσσου, το Μιχάλη Βιολάρη, την Καίτη Χωματά, τον Γιώργο Ζωγράφο, τον Κώστα Χατζή κ.α.
Το 1971 παρουσιάζεται φαντάρος. Ένα χρόνο μετά ηχογραφεί τα δυο πρώτα μικρά δισκάκια στη μικρή εταιρεία Lindos. Τέσσερα τραγούδια, με τον ήχο του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού της εποχής, σε μουσική Βασίλη Αρχιτεκτονίδη… Ο ένας δίσκος περιέχει δυο γρήγορα χασάπικα με τίτλο «Σε είδα κι αναστήθηκα» και «Χελιδονάκι» με ερωτικούς στίχους του Γιάννη Λογοθέτη. Στο άλλο δισκάκι ακούγονται ένα χασάπικο κι ένα ζεϊμπέκικο με κοινωνικούς στίχους, του Κώστα Ασημακόπουλου, τα «Φίλοι καλοί μου κι αδερφοί» και «Δυο φίλοι». Το δεύτερο επανεκδίδεται το 1993 στη συλλογή της Lyra «Το πρώτο τραγούδι-Τραγουδιστές». Εκείνη τη χρονιά συμμετέχει και στο μεγάλο δίσκο του Αρχιτεκτονίδη «Ελληνική χώρα» στην ίδια εταιρεία, τραγουδώντας σε διασκευή του συνθέτη το παραδοσιακό «Ντιρλαντά» και τη μεγάλη επιτυχία της εποχής
«Ο Σταμούλης ο λοχίας» των Κατσαρού-Πυθαγόρα.
«Ο Σταμούλης ο λοχίας» των Κατσαρού-Πυθαγόρα.
Τότε περίπου γνωρίζεται με το συνθέτη Γιάννη Μέτσικα, ο οποίος σε συνέντευξή του για το www.ogdoo.gr, μου είπε σχετικά:
Ερ: Ξέρω πως αν και δεν συνεργαστήκατε δισκογραφικά, υπάρχει μια παλιά φιλία με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου.
Aπ: Toν Παπακωνσταντίνου τον είχα γνωρίσει στη μπουάτ του Γιάννη Αργύρη και τον πήγα πρώτα στη Minos όπου μου τον απέρριψε ο Θεοφίλου… Ο Βασίλης στις συναυλίες τότε τραγούδαγε δικά μου τραγούδια. Το «Ποιος άπλωσε τα χέρια μες στη νύχτα», «Της δάφνης τα φύλλα», το «Κόρη της πιο όμορφης χαράς» που είναι σε παραδοσιακό δρόμο και το είχα γράψει για τον Ξυλούρη… Τότε μάλιστα εγώ έμενα στην οδό Ιπποκράτους κι αυτός στη Νέα Φιλαδέλφεια. Τραγούδαγε στην Πλάκα, αλλά τα λεφτά που έπαιρνε δεν του φτάνανε να πάρει ταξί, να πάει στη Νέα Φιλαδέλφεια και συχνά έμενε σπίτι μου. Αργότερα, όταν πήγα στη Lyra, πρότεινα στον Πατσιφά τον Βασίλη αλλά δεν τον ήθελε. «Αυτός είναι μανάβης δεν είναι τραγουδιστής» μου είπε… Ένα απόγευμα τον είδα απογοητευμένο το Βασίλη και του λέω «Μη στεναχωριέσαι ρε, έχω μια σκέψη. Οι Γάλλοι λένε μια παροιμία: Καλύτερα να΄χεις να κάνεις με το Θεό παρά με τους αγίους». «Δηλαδή;» μου λέει. «Τώρα θα δεις». Παίρνω τηλέφωνο το Λοΐζο, και του λέω «Μάνο τάξε μου». «Τι, η φωνάρα;» μου λέει. «Η φωνάρα» του απαντώ. «Πάρε ένα ταξί κι έλα εδώ, φέρτον» μου λέει. Με τον Μάνο ήμασταν πολύ αγαπημένοι. Είχα γράψει ένα έργο τότε, τη «Νεκρή πολιτεία», για τη χούντα και ήταν το όνειρό του να τη μελοποιήσει, αλλά δεν πρόλαβε. Του είχα πει του Μάνου «Ο Βασίλης είναι η φωνή που θα σου τραγουδήσει το “Στρατιώτη”, τον “Τρίτο παγκόσμιο” και “Τα νέγρικα”. Γι’ αυτό θα τον βάλεις, για να απογειωθείτε και οι δυο μαζί». Πήγαμε λοιπόν στο σπίτι, ξεκινήσανε πρόβα, κι αφού τα ’μαθε ο Βασίλης, μου λέει ο Μάνος «Μου ‘χει αναστήσει τα τραγούδια. Αυτό το στιγμιότυπο να μην το σβήσουμε, πρέπει να φωνάξουμε και τον ποιητή τον Γιάννη Νεγρεπόντη», που ήταν κι αυτός φίλος μας κοινός. Παίρνει το Νεγρεπόντη και του λέει «Βρήκα τη φωνή που χρειαζόταν για τα τραγούδια μας, πάρε ένα ταξί κι έλα». Ήρθε κι ο Νεγρεπόντης, ξεκίνησε η πρόβα και φύγαμε το πρωί από κει. Με το Βασίλη μάλιστα είχαμε ηχογραφήσει πρόχειρα και δικά μου τραγούδια, όπως τα «Οκτώ παιδιά», ενός ποιητή του Γιώργου Ηρακλέους, καθώς κι ένα άλλο, μια μπαλάντα με τίτλο «Μέρα λαμπρή», αλλά δεν δισκογραφήθηκε κανένα. Αλλά παραμένουμε φίλοι. Με τον Νταλάρα, ας πούμε, είμαστε φίλοι, αλλά περισσότερο συνεργάτες. Με τον Βασίλη ήταν και ο τρόπος που ζήσαμε μαζί. Γίνανε και τα άλλα με το Λοΐζο. Ο Βασίλης είχε έρθει εδώ στο Ανατολικό και είχε κάνει συναυλίες, πριν ακόμα μπει στη δισκογραφία. Αλλά και μετά από πολλά χρόνια, όταν ήταν καθιερωμένος πλέον, ήρθε κι έκανε συναυλίες το 1993 και το 1994 ή 95. (1)
Από το αρχείο του Γιάννη Μέτσικα, ακούμε μια σπάνια ανέκδοτη ηχογράφηση εκείνης της περιόδου με τον Βασίλη σε ένα τραγούδι με παραδοσιακό χρώμα και με τη συνοδεία μόνο μιας κιθάρας να λέει:
«Αχ σταυραδέρφι χαράζει η μέρα,
πλαγιάζει ο χάρος στο πετραλώνι…
Για στρώσε τάβλα να τον κεράσω
κρασί στο τάσι να ξεδιψάσει…
Να ξεδιψάσει να μη με πάρει
να ξεδιψάσει να μη με πάρει…»
Ευχαριστούμε ιδιαιτέρως τον Γιάννη Μέτσικα για την παραχώρηση του αρχείου…
Πηγή: http://www.ogdoo.gr
Γιατί δεν αναφέρετε το όνομα του συντάκτη του άρθρου, που πήρε και τη συνέντευξη του Γιάννη Μέτσικα;
ΑπάντησηΔιαγραφή