ΑΓΙΑ ΝΥΧΤΑ - Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΝΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΣΗΜΑΙΑ ΕΙΡΗΝΗΣ Σ'ΕΝΑ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΜΑΣΤΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΠΟΛΕΜΟΥΣ - Μουσική Πυξίδα

Τελευταία Νέα:

Post Top Ad

2Η ΦΩΤΟ

Post Top Ad

2Η ΦΩΤΟ

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014

ΑΓΙΑ ΝΥΧΤΑ - Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΝΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΣΗΜΑΙΑ ΕΙΡΗΝΗΣ Σ'ΕΝΑ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΜΑΣΤΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΠΟΛΕΜΟΥΣ

Άγια Νύχτα
(η διαδρομή ενός τραγουδιού που έγινε σημαία ειρήνης
σ’ένα κόσμο που μαστίζεται από πολέμους)

Σαν ζεστό βελούδο που σκεπάζει την παγωμένη γη απλώνεται το χιόνι σ’όλο τον τόπο ίσαμε την άκρη του ορίζοντα. Το κρύο κρατά τα δέντρα γυμνά κι οι λογιών-λογιών σπόροι μένουν κουρνιασμένοι στο χώμα ώσπου ν’ανθίσουν τα νέα λουλούδια και να φανεί ξανά το χαμόγελο της φύσης στο φως του ανοιξιάτικου ήλιου. Μα ως τότε κοιμισμένη βαθιά θά’ναι η φύση μέσα στο βαρύ χειμώνα. Ο αέρας, πότε διαβάτης, πότε εισβολέας, πάντα αόρατος, μα τόσο αισθητός στο πέρασμα του, άλλοτε τρέχει κι άλλοτε σιγοπερπατά ανάμεσα στα γυμνά δέντρα που γυρεύουν ν’αδράξουν με τ’άφυλλα κλαριά τους την ομορφιά της ζωής και τη χάρη που την άνοιξη και πάλι θα φανεί. Το νερό, παγωμένο στα ρυάκια και τις λίμνες, αλλού γίνεται ένα με την παγωμένη γη κι αλλού σα να σκάει μύτη ή να μη μπορεί να κρυφτεί καθώς φαίνεται δώ κι εκεί ανάμεσα στο χώμα και τις πέτρες. Τα ζώα, όμοια κι αυτά με το φυτικό βασίλειο, κουρνιάζουν στις σπηλιές και τις φωλιές ή στις τρύπες της γης περιμένοντας και τούτα το φως εκείνο του ήλιου που μια μέρα θ’αναγγείλει της πλάσης το ζωήρεμα ξανά.

Όλη η πλάση λοιπόν είναι φασκιωμένη για το φόβο του κρύου τούτο τον καιρό και κάθε πλάσμα κλεισμένο στο καταφύγιο του περιμένει κάποιο πρωινό, αλλιώτικο απ’τ’άλλα, να χαρεί ξανά το ζωντάνεμα της φύσης. Μα να κι ένα κομμάτι γης που χαίρεται και τραγουδά ακόμα και μέσα στο χειμώνα. Είναι ένα χωριό κάπου σε κείνα τα βουνά που προβάλλουν σαν ραχοκοκαλιά στη μέση της Ευρώπης. Σιμά στην πολιτεία του Σάλτσμπουργκ και μέρος της Αυστρίας που τόσο φημίζεται για τη μουσική της. Οι μελωδίες για τη Γέννηση του Θεανθρώπου ζεσταίνουν τις καρδιές τούτο τον καιρό και τα μηνύματα του Ευαγγελίου για την αγάπη, τη συγχώρηση και τη φιλία ανοίγουν νέους ορίζοντες στων ανθρώπων τη βιοτή. Χαρά στις καρδιές που κάθε χτύπος τους σημαίνει την αναμονή για την ώρα της Γέννησης σαν το ρολόϊ που μετρά το χρόνο, κατάνυξη και στο μικρό ναό του χωριού που σα φωλιά στεγάζει όλων τη λατρεία στο χώρο του.
        
Kαθώς όμως συνεχίζεται η ακολουθία τούτη τη βραδιά, δυό νύχτες μόνο πριν τη κοσμοπόθητη εκείνη των Χριστουγέννων, ξαφνικά σταματά ο γλυκός ήχος του εκκλησιαστικού οργάνου που τόσο συνηθίζεται σ’αυτά τα μέρη. Όλοι κοιτούν απορημένοι καθώς η γλυκιά μελωδία παύει ξαφνικά ν’αναβλύζει σα νερό απ’την πηγή. Ο εφημέριος του ναού, ο πατήρ Γιόζεφ Μορ, ο πάπα-Γιόζεφ όπως τον λένε οι χωριανοί, κοιτά και κείνος με απορία δίχως να ξέρει τι να κάνει. Δευτερόλεπτα περνούν και κείνος μες σ’αμηχανία αποφασίζει να συνεχίσει την ακολουθία ίσαμε το τέλος ωσάν τίποτα να μη συμβαίνει. Πράγματι η ακολουθία συνεχίζεται ξανά όση κι αν είναι όλων η λύπη κι η απορία.               
Έτσι, αφού φτάνει στο τέλος της η προσευχή και η λατρεία τούτη την προπαραμονή των Χριστουγέννων του 1818 κι όλοι παίρνουν το δρόμο για το σπίτι, ο πάπα-Γιόζεφ κάθεται κάπου στενοχωρημένος για ό,τι συνέβη στην αποψινή ακολουθία. 

-Φραντς, λέει σε κάποιον απ’όσους είναι ακόμα στο ναό, βρες σε παρακαλώ τι έφταιξε απόψε και σταμάτησε έτσι απότομα το όργανο μας. Αύριο θα προϋπαντήσουμε το Μεσσία και θα γιορτάσουμε μαζί τη Γέννηση Του, λίγες ώρες προτού Εκείνος έρθει ανάμεσα μας σαν βρέφος. Ας κάνουμε ό,τι είναι στο χέρι μας να μην είναι φτωχή η λατρεία μας σ’Εκείνον που μας έσωσε, συμφωνείς;

-Συμφωνώ, έκανε ο Φραντς, μα νομίζω κιόλας πως κάτι ξέρω για τούτο πάπα-Γιόζεφ. Αν θέλεις πάμε και τώρα να δούμε τι συμβαίνει.
       
Οι δυό τους τράβηξαν για το γυναικωνίτη, το πάνω μέρος του ναού, όπου πλάϊ στη σύναξη των γυναικών για τη λατρεία ήταν και το όργανο του ναού για τις μελωδίες που συνόδευαν κάθε ακολουθία. Ανέβηκαν με λαχτάρα και βιάση τη μικρή μαρμάρινη σκάλα και σαν έφτασαν σε κείνο το υπερώο, έτρεξαν κατευθείαν στο όργανο όπως ο γιατρός στον ασθενή του. Ο Φραντς κοίταξε το όργανο ξανά κι ύστερα άνοιξε μ’ένα εργαλείο σαν κλειδί εκείνο το μεγάλο ξύλινο κουτί που σαν ντουλάπι έκρυβε μέσα του το μηχανισμό του οργάνου.

-Τι βλέπεις;, ρώτησε το συνομιλητή του μπροστά σε κείνο το ανοιχτό κουτί.

-Μμμ, έκανε ο πάπα-Γιόζεφ, τα ποντίκια την έκαναν καλά τη δουλειά τους. Βρήκαν μπόλικο ψωμί εδώ και πήραν και για τις φαμελιές τους.
       
Οι δυό τους κοίταξαν ξανά τα φθαρμένα σημεία του οργάνου που όσο κι αν έδειχνε κομψό με την εμφάνιση του, δεν μπορούσε να μελωδήσει ξανά τους ωραίους του ήχους. Λίγο μετά ο Φραντς έκλεισε όπως είχε ανοίξει εκείνο το κουτί και κατέβηκαν στο ισόγειο του ναού.

-Λοιπόν, έκανε τότε με αγωνία ο πάπα-Γιόζεφ, τι λες να κάνουμε; Αύριο είναι παραμονή κι όλοι θα περιμένουν ν’ακούσουν το όργανο στους ρυθμούς της μεγάλης γιορτής. Σκέψου κάτι σαν δάσκαλος και οργανίστας του χωριού μας.

Ο Φραντς χαμογέλασε κι αφού σκέφτηκε λίγο είπε:
-Σαν δάσκαλος και οργανίστας βλέπω πως είναι αδύνατο να κάνουμε κάτι για τούτο τις λίγες ώρες που απομένουν ως τούτες τις στιγμές αύριο. Μπορούμε όμως να κάνουμε κάτι πιο απλό.

-Δηλαδή;, έκανε ο πάπα-Γιόζεφ με απορία.

-Να γράψουμε εμείς κάτι για τη γιορτή και να το τραγουδήσουμε αύριο, απάντησε ο Φραντς, κι αν ό,τι γράψουμε αρέσει στους άλλους, θα το τραγουδήσουν κι εκείνοι κι έτσι θα γίνει η ακολουθία όπως και με το όργανο.

Ο πάπα-Γιόζεφ κοίταξε λίγο σκεφτικός ξανά το συνομιλητή του και στο τέλος αποκρίθηκε:
-Καλή ιδέα μου φαίνεται. Θα κοιτάξω τι μπορώ να κάνω για τούτο και τα λέμε το πρωί.
        
Οι δυό τους χωρίστηκαν κι ο καθένας πήρε το δρόμο για το σπίτι του. Ο Φραντς για το δωμάτιο που έμενε πάνω απ’το σχολείο κι ο πάπα-Γιόζεφ για το δικό του. Οι ώρες ήταν κρίσιμες κι ως το επόμενο πρωί έπρεπε να γίνει κάτι προκειμένου το Όμπερντορφ, το μικρό χωριό κοντά στο Σάλτσμπουργκ, να γιορτάσει και κείνο, όπως όλοι, τα Χριστούγεννα. Ο πάπα-Γιόζεφ γύρισε στο μικρό του δωμάτιο, πάντα βυθισμένος σε σκέψεις, άναψε το τζάκι με κάτι ξύλα που είχε απο μέρες πριν, όπως συνήθιζε τούτες τις κρύες νύχτες του χειμώνα κι ύστερα άναψε το λυχνάρι που έστεκε πάντα πλάϊ στα γραπτά του στο μικρό γραφείο. Κατόπιν κοίταξε απ’το παράθυρο το χιονισμένο χωριό με τα σπίτια εκείνων που ο Θεός είχε αναθέσει στις συμβουλές και την ευλογία του. Το χιόνι εξακολουθούσε να πέφτει αργά και αθόρυβα παντού δίνοντας μια άλλη αίσθηση στη φύση και τον τόπο με το λευκό του χρώμα.
        
Ξαφνικά κάτι σαν αναλαμπή φώτισε το νου του. Ήταν σαν ένα φως που πρόβαλλε μέσα στη σκοτεινή κρύα νύχτα του Δεκεμβρίου κι ήρθε να φωτίσει το δρόμο για μια νέα δημιουργία που έμελλε να πλουτίσει τη λατρεία των ανθρώπων στο Θεό που έγινε μωρό για να τους κάνει ώριμους όπως Εκείνος. Ναι, φως σαν εκείνο του άστρου της Βηθλεέμ που οδήγησε τους ευγενείς εκείνους απο την Ανατολή στη φάτνη του Μεσσία, ήταν και τούτη η αναλαμπή. Ο πάπα-Γιόζεφ πήρε ένα χαρτί κι άρχισε να χαράζει σ’αυτό τις ωραίες σκέψεις του με την πένα του. Κάθε λέξη σε κείνο το ποίημα ήταν σαν μια ραφή για το φάσκιωμα του μικρού Χριστού που τόσο είχε ανάγκη τη ζεστασιά σε κείνη τη φάτνη της Βηθλεέμ και κάθε στίχος και στροφή σαν κάτι απ’την αναμονή του Κόσμου για το Σωτήρα του και το ταξίδι που θα έκανε τούτη τη νύχτα για να Τον συναντήσει.
        
Σαν τέλειωσε ο πάπα-Γιόζεφ τη συγγραφή εκείνου του ποιήματος κοίταξε ξανά απ’το παράθυρο το χιονισμένο χωριό. Για μια στιγμή χασμουρήθηκε κι ύστερα τεντώθηκε για να ξεμουδιάσει απ’την κούραση της ημέρας. Μα ό,τι ένοιωθε μέσα του ήταν πιότερο απ’την κούραση εκείνη τη στιγμή. Έσβησε το λυχνάρι που με το λιγοστό του φως τού κρατούσε συντροφιά όλη εκείνη την ώρα της συγγραφής κι έτρεξε αμέσως στο σπίτι του Φραντς. Τι κι αν έκανε κρύο κι οι δρόμοι γλιστρούσαν μες το σκοτάδι και την παγωνιά. Ο πάπα-Γιόζεφ έφτασε στο σπίτι του Φραντς και σαν κάθισαν κι οι δυό, παπάς και δάσκαλος, να δουλέψουν μαζί για το τραγούδι πέρασαν μια νύχτα ολάκερη ίσαμε να ολοκληρώσουν το δημιούργημα τους.
        
Η ανατολή τους βρήκε ξενυχτισμένους, μα και τόσο αλήθεια χαρούμενους καθώς λίγο πριν είχαν τελειώσει μαζί, με μια τόσο ωραία συνεργασία, κάτι που τελικά θα γινόταν αριστούργημα για ολάκερο τον κόσμο. Πράγματι, σαν ακούστηκε για πρώτη φορά το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων του 1818 η «Άγια Νύχτα», ήταν τόση η συγκίνηση για όλους σε κείνο το μικρό ναό που για μέρες μετά είχαν τη μουσική και τα λόγια εκείνου του άσματος στο νου και τα χείλη τους. Μα καθώς το ωραίο, το μεγάλο και το αληθινό δεν γνωρίζει σύνορα, δεσμά και φυλακές, μήτε εποχές, τόπους και χρόνους, τούτο το τραγούδι πέταξε σαν περιστέρι της ειρήνης πέρα απο κείνο το χωριό και φώτισε σαν άλλο άστρο της Βηθλεέμ όλη εκείνη τη χώρα που κάποιοι άνθρωποι της το πρωτοτραγούδησαν κι ύστερα γίνηκε γνωστό και πιότερο ακόμα, σ’όλο τον κόσμο που πιστεύει στο Χριστό και Τον λατρεύει ως Σωτήρα και Λυτρωτή. Κι είναι αλήθεια θαυμαστό πώς τούτο το τραγούδι ταιριάζει σε κάθε γλώσσα, διάλεκτο, ιδίωμα και λαό, λες κι είναι πράγματι μουσική και λόγος απ’όλου του κόσμου τις ψυχές για το Σωτήρα και Λυτρωτή μας.
        
Ζυγώνοντας αργά-αργά στο τέλος αυτής της ιστορίας, μα και για να θυμηθούμε ό,τι γράψαμε κάτι μέρες πριν, η «Άγια Νύχτα»-μαζί με το “I’m dreaming of home”-ήταν κι αυτή κάτι απ’όσα τραγούδησαν εκείνοι οι στρατιώτες του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου στην αυθόρμητη εκείνη προσπάθεια που έκαναν οι ίδιοι για ανακωχή και συμφιλίωση. Κι απο τότε ίσαμε σήμερα η «Άγια Νύχτα» συντροφεύει πράγματι τους ανθρώπους στην αναμονή τους μέσα στις σκληρές και κρύες νύχτες της ζωής για τα Χριστούγεννα που πάντα θα σημαίνουν στο πρόσωπο του Λυτρωτή Χριστού μας την πίστη, την αγάπη, την ελπίδα και τη σωτηρία.
        
Τελειώνοντας τούτο το κείμενο, ας έχουμε και μεις τους στίχους της «Αγίας Νύχτας» στο νου και την καρδιά μας κι όσο γίνεται στα χείλη και το λόγο μας.


Άγια Νύχτα

Άγια Νύχτα, σε προσμένουν
Με χαρά οι χριστιανοί
Και με πίστη ανυμνούμε
Το Θεό δοξολογούνε
Μ’ ένα στόμα, μια φωνή
Ναι με μια φωνή

Η ψυχή μας φτερουγίζει
Πέρα στ’ άγια τα βουνά
Όπου ψάλλουν οι αγγέλοι
Απ’ τα ουράνια θεία μέλη
Στον Σωτήρα «Ωσαννά»
Ψάλλουν «Ωσαννά»

Στης Βηθλεέμ ελάτε όλοι
Στα βουνά τα ιερά
Και μ’ ευλάβεια μεγάλη
'Κει που τ’ άγιο φως προβάλει
Προσκυνήστε με χαρά
Ναι με μια χαρά



Silent Night

Silent night, Holy night
All is calm, all is bright
Round yon virgin, mother and child
Holy infant, tender and mild
Sleep in heavenly peace,
Sleep in heavenly peace.

Silent night, Holy night
Son of God, love's pure light
Radiant beams from thy holy face
With the dawn of redeeming grace,
Jesus, Lord at thy birth
Jesus, Lord at thy birth.

Silent night, Holy night
Shepherds quake, at the sight
Glories stream from heaven above
Heavenly, hosts sing Hallelujah.
Christ the Savior is born
Christ the Savior is born.


Κείμενο: Θεόδωρος Σκάνδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Post Top Ad

2Η ΦΩΤΟ
-->